Η καλλιέργεια της αγκινάρας
- Αναρτήθηκε από τον Ζωγραφιά Τσιμπούρη
- Κατηγορία Καλλιέργειες
Η αγκινάρα, ή με την επιστημονική του ονομασία Κυνάρα η κάκτος(Cynara cardunculus), είναι πολυετές λαχανικό της οικογένειας τωνΑστεροειδών (Asteraceae). Καλλιεργείται για τις ανθοκεφαλές του οι οποίες διατίθενται νωπές ή σε κονσέρβες ή κατεψυγμένες. Επίσης το φύλλωμα αποτελεί ζωοτροφή.
Πού ευδοκιμεί το φυτό της αγκινάρας;
Η αγκινάρα ευδοκιμεί σε κλίματα θερμά ή εύκρατα. Οι χαμηλές θερμοκρασίες μπορούν πολύ εύκολα να προκαλέσουν εκτεταμένες ζημιές σε ολόκληρο το φυτό. Στις περιπτώσεις των καλλιέργειας των φυτών σε περιοχές με ψυχρό χειμώνα, απαραίτητη είναι η προστασία των φυτών είτε με παράχωμά τους είτε με κάποιο άλλο τρόπο. Αξιοσημείωτο είναι πως η βλάστηση αναστέλλεται μόλις στους 0 οC και στους -5 οC τα φυτά μπορεί και να καταστραφούν.
Οι υγροί χειμώνες επίσης δεν είναι ιδανικοί για την καλλιέργεια της αγκινάρας κατά τους οποίους τα φυτά υποφέρουν.
Ιδανικά εδάφη για την καλλιέργεια της αγκινάρας αποτελούντα αμμοαργιλώδη ή αργιλοασβεστώδη, βαθιά, πλούσια σε οργανική ουσία, γόνιμα, με επαρκή υγρασία αλλά καλά αποστραγγιζόμενα. pH=6-6.8.
Εδάφη στα οποία έχει καλλιεργηθεί αγκινάρα δε θα πρέπει να ξανακαλλιεργηθεί εκτός και αν περάσουν 2-3 έτη. Στην αμειψισπορά μπορεί να ακολουθήσει σιτάρι ή πατάτα.
Εποχή σποράς
Η αγκινάρα μπορεί να πολλαπλασιαστεί είτε με σπόρο είτε μα παραφυάδες και ξηρόφυτα.
►Πολλαπλασιασμός με σπόρο: αυτός ο τρόπος πολλαπλασιασμού δε χρησιμοποιείται συνήθως σε παραγωγικές φυτείες. Παρόλα αυτά σε οποιαδήποτε περίπτωση προτιμηθεί, η σπορά γίνεται είτε σε σπορείο σε γραμμές και αργότερα εφαρμόζεται αραίωμα των φυτών και όταν τα αυτά φτάσουν στο κατάλληλο επίπεδο ανάπτυξης, μεταφυτεύονται στον αγρό.
Για σπορά απευθείας στο αγρό, αυτή γίνεται σε μικρούς λάκκους με 4-5 σπόρους ανά λάκκο και μετέπειτα αραίωμα των φυτών ώστε τελικά να διατηρηθεί μόνο 1 φυτό/λάκκο.
Η εποχή σποράς σε προστατευμένο σπορείο είναι η περίοδος Φεβρουαρίου-Μαρτίου, σε υπαίθριο σπορείο Απρίλιο-Μάιο και στον αγρό κατά το Μάιο.
► Πολλαπλασιασμός με παραφυάδες: οι παραφυάδες αποσπώνται από τα μητρικά φυτά ηλικίας 2-4 ετών και όταν αυτά έχουν αποκτήσει 4-5 φύλλα τα οποία και μετέπειτα φυτεύονται.
Από Σεπτέμβριο έως και Νοέμβριο στις θερμότερες περιοχές και Μάρτιο έως Απρίλιο στις ψυχρότερες περιοχές.
► Πολλαπλασιασμός με ξηρόφυτα: τα ξηρόφυτα αποσπώνται από τα μητρικά φυτά κατά τον Ιούλιο-Αύγουστο όταν αυτά είναι ακόμη σε κατάσταση λήθαργου και φυτεύονται αμέσως στο χωράφι.
Τόσο στην περίπτωση των παραφυάδων όσο και των ξηρόφυτων η φύτευση γίνεται από Σεπτέμβριο έως Νοέμβριο για τις θερμότερες περιοχές και από Μάρτιο έως Απρίλιο για τις ψυχρότερες. Η φύτευση γίνεται σε αυλάκια ή λάκκους σε αποστάσεις 0.80-1 μέτρο επί της γραμμής και οι γραμμές μεταξύ τους σε αποστάσεις 1-1.20 μέτρα.
Λίπανση
Για την παραγωγή 1 κιλού ανθοκεφαλών αφαιρούνται από το έδαφος :
► 8 κιλά Ν
► 5.6 κιλά P2O5
► 12 κιλά Κ2Ο
Πριν από την εγκατάσταση της φυτείας ενσωματώνονται 4-6 κιλά χωνεμένης κοπριάς /στρέμμα.
Λίγο πριν τη φύτευση εφαρμόζονται τα φωσφοροκαλιούχα λιπάσματα, 50-60 κιλά 0-20-0 και 25-30 κιλά 0-0-50.
Στο τέλος του χειμώνα ή αρχές της άνοιξης γίνεται μια επιφανειακή λίπανση με αζωτούχο λίπασμα 26-0-0, 15-20 κιλά/στρέμμα. Επανάληψη κατά το μήνα Αύγουστο στις πρώιμες καλλιέργειες στις οποίες και θα προκληθεί σε συνδυασμό με το κατάλληλο πότισμα και η διακοπή του ληθάργου των φυτών.
Όλες οι παραπάνω τιμές είναι ενδεικτικές και θα πρέπει πάντα να προηγείται εδαφοανάλυση και φυλλοδιαγνωστική.
Εποχή συγκομιδής
Η διαδικασία της συγκομιδής είναι τμηματική και πραγματοποιείται ανά 3-4 ημέρες. Συγκομίζονται οι ανθοκεφαλές που έχουν αποκτήσει σχεδόν το πλήρες μέγεθός τους και είναι συμπαγείς (τμήμα ανθικού στελέχους περίπου 20 εκατοστά που φέρει 2-3 φύλλα).
Οι αποδόσεις κυμαίνονται από 5.000-10.000 κεφαλές/στρέμμα αναλόγως της καλλιεργούμενης ποικιλίας.
Καλλιεργητικές απαιτήσεις
Εν ολίγοις, η φροντίδα της αγκινάρας απαιτεί:
► Εδάφη αμμοαργιλώδη ή αργιλοασβεστώδη, βαθιά, πλούσια σε οργανική ουσία, γόνιμα, με επαρκή υγρασία αλλά καλά αποστραγγιζόμενα.
► Προτιμά εύκρατο ή θερμό κλίμα
Φυτοπροστασία
Κάποιες από τις σημαντικότερες ασθένειες και σημαντικότερους εχθρούς, αναφέρονται παρακάτω:
✔ Εχθροί
► Agriotes spp. (Σιδηροσκώληκες):
Τα ενήλικα τρέφονται με τα φύλλα και τους τρυφερούς βλαστούς αλλά τη σημαντικότερη ζημιά προκαλούν οι προνύμφες που τρέφονται αρχικά με τους σπόρους στο έδαφος και αργότερα με τα νεαρά σπορόφυτα δαγκώνοντας το λαιμό κοντά στο έδαφος και τις ρίζες. Στους σπόρους τρέφονται με το υποκοτύλιο με αποτέλεσμα να μη βλαστάνουν. Οι προσβεβλημένοι ιστοί μαυρίζουν, ενώ αποτελούν και πηγές εισόδου δευτερογενών μολύνσεων από άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς (μύκητες, βακτήρια). Σε έντονη προσβολή το ριζικό σύστημα καταστρέφεται εντελώς και το φυτό κόβεται ή σπάει. Προσβολή των ριζών οδηγεί σε μειωμένη απορρόφηση νερού και θρεπτικών στοιχείων με αποτέλεσμα να φυτά να παραμένουν νάνα και καχεκτικά, να έχουν μειωμένη ανάπτυξη και τελικά να μαραίνονται και να ξηραίνονται υποβαθμίζοντας την ποιότητα και την ποσότητα της παραγωγής.
► Gryllotalpa gryllotalpa (Κρεμμυδοφάγος):
Τρέφεται με τις ρίζες των φυτών με αποτέλεσμα αυτά να μαραίνονται. Επίσης προκαλεί διαβρώσεις σε κονδυλόριζα και σαρκόριζα φυτά. Οι ζημιές που προκαλεί επιτείνονται από δευτερογενείς μολύνσεις από μικροοργανισμούς
► Helicoverpa armigera (Πράσινο σκουλήκι):
Οι νεαρές προνύμφες τρέφονται με τα τρυφερά φύλλα δημιουργώντας μικρές τρύπες στο έλασμα μέχρι την πλήρη καταστροφή των φυτών.
► Anuraphis (Brachycaudus) cardui (Αφίδα του γαϊδουράγκαθου):
Οι αφίδες εγκαθίστανται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, στη βάση των κεφαλών και στους ποδίσκους. Μυζούν τους φυτικούς χυμούς προκαλώντας παραμόρφωση των φύλλων, εξασθένιση του φυτού και υποβάθμιση της εμπορικής του αξίας. Εκκρίνουν μελιτώδη αποχωρήματα που λερώνουν τα φυτά μειώνοντας τη φωτοσυνθετική τους ικανότητα και πάνω τους αναπτύσσονται μύκητες της καπνιάς υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή. Είναι επίσης, αποτελεσματικοί φορείς του λανθάνοντος ιού της αγκινάρας.
► Aphis fabae-solanella (Αφίδα μαύρη της αγκινάρας):
Οι αφίδες εγκαθίστανται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, στη βάση των κεφαλών και στους ποδίσκους. Μυζούν τους φυτικούς χυμούς προκαλώντας παραμόρφωση των φύλλων, εξασθένιση του φυτού και υποβάθμιση της εμπορικής του αξίας. Εκκρίνουν μελιτώδη αποχωρήματα που λερώνουν τα φυτά μειώνοντας τη φωτοσυνθετική τους ικανότητα, ενώ πάνω τους αναπτύσσονται μύκητες της καπνιάς υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή. Είναι επίσης, αποτελεσματικοί φορείς του λανθάνοντος ιού της αγκινάρας.
► Tetranychus urticae. (Τετράνυχος κοινός):
Ζημιώνει τα φυτά βασικά με τη μύζηση των φυτικών χυμών από τα κύτταρα του μεσόφυλλου των φύλλων. Με τη μύζηση μειώνεται η χλωροφύλλη και το άζωτο των φύλλων και το φυτό καταπονείται. Με τη μύζηση αρχικά η άνω επιφάνεια των φύλλων γίνεται ανοιχτόχρωμη μουντή και παίρνει μία γκρίζα-μολυβί απόχρωση λόγω εισόδου αέρα στους ιστούς, ενώ η κάτω επιφάνεια καφετιάζει ελαφρώς. Με τη πρόοδο της προσβολής μεγάλο μέρος και σύντομα ολόκληρη η κάτω επιφάνεια των φύλλων καλύπτεται από τον άφθονο μετάξινο ιστό του αραχνοειδούς οπότε τα φύλλα δείχνουν έντονα σκονισμένα, ενώ η φωτοσυνθετική ικανότητα τους μειώνεται σημαντικά. Ακόμα και με μικρό πληθυσμό 3 π.χ. ατόμων ανά φύλλο να τρέφονται κοντά στο κεντρικό νεύρο στη κάτω επιφάνεια των φύλλων, σε αυτά καφετιάζουν-μελανιάζουν μεγάλες περιοχές του ελάσματος συνήθως με μορφή λωρίδων από το κεντρικό νεύρο προς τη περίμετρο (“transpiration burn”). Αυτό το σύμπτωμα μπορεί να παρουσιασθεί και μετά που θα έχουμε σκοτώσει τους τετράνυχους που είχαν προσβάλει τα φύλλα, ιδιαίτερα σε ξηροθερμικές συνθήκες. Τα φύλλα γρήγορα παίρνουν καθολική καφετί-μπρούτζινη στιλπνή απόχρωση (“bronzing”), γίνονται εύθραυστα και τελικά πέφτουν πρόωρα. Γενικά σημαντική προσβολή και αποφύλλωση επηρεάζει αρνητικά τη παραγωγή του έτους τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Παράλληλα μειώνεται η ζωηρότητα και ο ρυθμός ανάπτυξης του ίδιου του φυτού.
► Meloidogyne spp. (Κομβονηματώδεις):
Οι νηματώδεις προκαλούν χαρακτηριστικά συμπτώματα στα υπόγεια τμήματα των φυτών. οι προνύμφες εισέρχονται στις ρίζες, στον κεντρικό κύλινδρο και τρέφονται από τα αγγειακά παρεγχυματικά κύτταρα. Στις ρίζες σχηματίζονται ακανόνιστα, πεπλατυσμένα φυμάτια με τη μορφή κόμβων ή εξογκωμάτων που δημιουργούνται από την παραγωγή υπερτροφικών κυττάρων του φλοιού των ριζών. Η δημιουργία των εξογκωμάτων οφείλεται στην παραγωγή τοξικών οισοφαγικών εκκριμάτων από τους νηματώδεις που διεγείρουν την παραγωγή γιγαντιαίων κυττάρων στα οποία ζουν ως ενδοπαράσιτα και από τα οποία τρέφονται. Η ένταση των συμπτωμάτων εξαρτάται από τον πληθυσμό και το είδος των νηματωδών και από το είδος και την ευπάθεια του ξενιστή. Οι προσβεβλημένες ρίζες σταματούν να αναπτύσσονται και κοντά στο σημείο προσβολής εκφύονται πολλές πλάγιες ρίζες. Συμπτώματα εμφανίζονται και στο υπέργειο τμήμα των φυτών χωρίς βέβαια να είναι χαρακτηριστικά της προσβολής από νηματώδεις. Λόγω καταστροφής του ριζικού συστήματος τα φυτά δεν απορροφούν τις απαραίτητες ποσότητες νερού και θρεπτικών στοιχείων με αποτέλεσμα να παρατηρείται μειωμένη ανάπτυξη των φυτών, μάρανση, χλώρωση ή και ξήρανση των φύλλων, μειωμένη καρποφορία και συνεπώς μειωμένη παραγωγή.
✔ Ασθένειες
► Erysiphe cichoracearum (Ωίδιο):
Από την ασθένεια καταστρέφεται το φύλλωμα με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας των φυτών και τη μείωση της παραγωγής. Τα κύρια συμπτώματα είναι η εμφάνιση κηλίδων στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, στους μίσχους και στους βλαστούς πάνω στις οποίες σχηματίζεται λευκή, αλευρώδης εξάνθιση. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων οι αντίστοιχες κηλίδες έχουν κίτρινο χρώμα. Αρχικά προσβάλονται τα παλαιότερα φύλλα και στη συνέχεια τα υπόλοιπα ώριμα φύλλα (νεαρά φύλλα δεν προσβάλονται). Προοδευτικά στους προσβεβλημένους ιστούς πάνω στο μυκήλιο σχηματίζονται τα μικρά μαύρα κλειστοθήκια του παθογόνου. Τελικά το φυτό μαραίνεται και ξηραίνεται.
► Leveillula taurica (Ωίδιο):
Η προσβολή εμφανίζεται μόνο στα φύλλα κα κυρίως στα πλήρως ανεπτυγμένα. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων εμφανίζονται κιτρινοπράσινες, γωνιώδεις κηλίδες ενώ στην κάτω επιφάνεια καστανόλευκο επίχρυσμα που είναι το μυκήλιο και τα κονίδια του μύκητα. Σε συνθήκες αυξημένης υγρασίας λευκή εξάνθηση εμφανίζεται και στην πάνω επιφάνεια των φύλλων. Σε έντονες προσβολές οι κηλίδες αυξάνουν σε μέγεθος, ενώνονται και γίνονται νεκρωτικές.
► Sphaerotheca fulinginea (Ωίδιο):
Από την ασθένεια αυτή καταστρέφεται το φύλλωμα με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας των καρπών και τη μείωση της παραγωγής. Τα κύρια συμπτώματα είναι η εμφάνιση κηλίδων στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, στους μίσχους και στους βλαστούς πάνω στις οποίες σχηματίζεται λευκή, αλευρώδης εξάνθιση. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων οι αντίστοιχες κηλίδες έχουν κίτρινο χρώμα. Αρχικά προσβάλλονται τα παλαιότερα φύλλα και στη συνέχεια τα υπόλοιπα ώριμα φύλλα (νεαρά φύλλα δεν προσβάλλονται). Προοδευτικά στους προσβεβλημένους ιστούς πάνω στο μυκήλιο σχηματίζονται τα μικρά μαύρα κλειστοθήκια του παθογόνου. Τελικά το φυτό μαραίνεται και ξηραίνεται.
► Sclerotinia minor (Σκληρωτινίαση):
Τα φυτά μολύνονται σ’ όλα τα στάδια αναπτύξεώς τους και οι προσβολές εμφανίζονται στο στέλεχος και τα φύλλα. Στην περιοχή του λαιμού εμφανίζεται υδατώδης μεταχρωματισμός των ιστών που επεκτείνεται προς το στέλεχος πάνω από την επιφάνεια του εδάφους και τη ρίζα και εξελίσσεται σε μαλακό έλκος. Σε συνθήκες υψηλής υγρασίας πάνω στο έλκος εμφανίζεται βαμβακώδες μυκήλιο μέσα στο οποίο σχηματίζονται τα σκληρώτια του μύκητα. Σκηρώτια και μυκήλιο εμφανίζονται και μέσα στην εντεριώνη του στελέχους και το φύλλωμα πάνω από την προσβολή γίνεται χλωρωτικό, μαραίνεται και ξηραίνεται.
► Pythium spp. (Πύθιο):
Πρόκειται για ασθένεια που προσβάλει όλα τα μέρη του φυτού που έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή με το έδαφος σε υπαίθριες καλλιέργειες και στα θερμοκήπια. Αν και η ασθένεια είναι συχνή συνήθως προσβάλλονται λίγα φυτά σποραδικά στη σειρά και σπάνια οι προσβολές είναι καθολικές. Οι σπόροι, οι ρίζες και ο νεαρός βλαστός εμφανίζουν μαλακή σήψη και «λιώνουν», ενώ σε μεγαλύτερα φυτά εμφανίζεται έλκος στο λαιμό. Τα νεαρά φυτά καταρρέουν και ξηραίνονται.
► Erwinia chrysanthemi (Βακτηριακό κάψιμο):
Τα προσβεβλημένα φυτά παραμένουν καχεκτικά. Σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών τα φύλλα μαραίνονται και σε έντονη προσβολή καταρρέουν. Τα νεαρά φύλλα στο κέντρο του στελέχους δεν εκπτύσσονται σωστά, γίνονται καστανά και ξηραίνονται. Παρατηρείται καστανός μεταχρώματισμός και μαλακή σήψη των ριζών και της κεφαλής, καθώς και καστανός μεταχρωματισμός των αγγείων του ξυλώματος.
► Artichoke Aegean ringspot virus, AARSV (Ιός της δακτυλιωειδούς κηλίδωσης της αγκινάρας Αιγαίου):
Στα φυτά εμφανίζονται κίτρινες κηλίδες στα φύλλα και ποικιλοχλώρωση.
► Artichoke mottled crinkle virus, AMCV (Ιός της κατσαρής ποικιλοχλώρωσης της αγκινάρας):
Η ένταση των συμπτωμάτων εξαρτάται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Το φθινόπωρο τα προσβεβλημένα φυτά εμφανίζουν νανισμό, τα φύλλα είναι τραχιά και παραμορφωμένα, και πάνω τους εμφανίζονται μεγάλες ακανόνιστες κηλίδες ανοιχτού πράσινου χρώματος, σαν μωσαϊκό. Το χειμώνα τα συμπτώματα είναι πιο έντονα. Τα νεαρά φύλλα είναι ρυτιδιασμένα, τραχιά, με ασύμμετρη ανάπτυξη και οι ανθοκεφαλές καταστρέφονται. Σε έντονη προσβολή τα φυτά δεν παράγουν καρπό και πεθαίνουν πρόωρα, ενώ αυτά που τελικά θα επιζήσουν φαίνεται ότι ανακάμπτουν με άνοδο της θερμοκρασίας.
πηγη:farmacon